This site uses cookies.
Some of these cookies are essential to the operation of the site,
while others help to improve your experience by providing insights into how the site is being used.
For more information, please see the ProZ.com privacy policy.
This person has a SecurePRO™ card. Because this person is not a ProZ.com Plus subscriber, to view his or her SecurePRO™ card you must be a ProZ.com Business member or Plus subscriber.
Affiliations
This person is not affiliated with any business or Blue Board record at ProZ.com.
German to Greek - Rates: 0.05 - 0.08 GBP per word / 6 - 10 GBP per hour Greek to German - Rates: 0.05 - 0.08 GBP per word / 6 - 10 GBP per hour English to Greek - Rates: 0.05 - 0.08 GBP per word / 6 - 10 GBP per hour English to German - Rates: 0.05 - 0.08 GBP per word / 6 - 10 GBP per hour Greek to English - Rates: 0.05 - 0.08 GBP per word / 6 - 10 GBP per hour
German to English - Rates: 0.05 - 0.08 GBP per word / 6 - 10 GBP per hour
More
Less
Portfolio
Sample translations submitted: 7
English to Greek: Shutting Down Alzheimer General field: Medical Detailed field: Medical (general)
Source text - English Shutting Down Alzheimer
New research reveals strategies for blocking the molecular processes that lead to this memory-destroying disease
The human brain is a remarkably complex organic computer, taking in a wide variety of sensory experiences, processing and storing this information, and recalling and integrating selected bits at the right moments. The destruction caused by Alzheimer's disease has been likened to the erasure of a hard drive, beginning with the most recent files and working backward. An initial sign of the disease is often the failure to recall events of the past few days--a phone conversation with a friend, a repairman's visit to the house--while recollections from long ago remain intact. As the illness progresses, however, the old as well as the new memories gradually disappear until even loved ones are no longer recognized. The fear of Alzheimer's stems not so much from anticipated physical pain and suffering but rather from the inexorable loss of a lifetime of memories that make up a person's very identity.
Unfortunately, the computer analogy breaks down: one cannot simply reboot the human brain and reload the files and programs. The problem is that Alzheimer's does not only erase information; it destroys the very hardware of the brain, which is composed of more than 100 billion nerve cells (neurons), with 100 trillion connections among them. Most current medications for Alzheimer's take advantage of the fact that many of the neurons lost to the disease release a type of chemical communicator (or neurotransmitter) called acetylcholine. Because these medicines block an enzyme responsible for the normal decomposition of acetylcholine, they increase the levels of this otherwise depleted neurotransmitter. The result is stimulation of neurons and clearer thinking, but these drugs typically become ineffective within six months to a year because they cannot stop the relentless devastation of neurons. Another medication, called memantine, appears to slow the cognitive decline in patients with moderate to severe Alzheimer's by blocking excessive activity of a different neurotransmitter (glutamate), but investigators have not yet determined whether the drug's effects last more than a year.
The Amyloid Hypothesis
The two key features of the disease, first noted by German neurologist Alois Alzheimer 100 years ago, are plaques and tangles of proteins in the cerebral cortex and limbic system, which are responsible for higher brain functions. The plaques are deposits found outside the neurons and are composed primarily of a small protein called amyloid-beta, or A-beta. The tangles are located inside neurons and their branching projections (axons and dendrites) and are made of filaments of a protein called tau. The observation of these anomalies started a debate that lasted throughout most of the 20th century: Are the plaques and tangles responsible for the degeneration of brain neurons, or are they merely markers of where neuronal death has already occurred? In the past decade, the weight of evidence has shifted toward the amyloid-cascade hypothesis, which posits that both A-beta and tau are intimately involved in causing Alzheimer's disease, with A-beta providing the initial insult.
A-beta is a short peptide, or protein fragment, first isolated and characterized in 1984 by George G. Glenner and Cai'ne W. Wong, then at the University of California, San Diego.
(530 words)
Translation - Greek Αναστέλλοντας τη νόσο του Αλτσχάιμερ
Μια νέα έρευνα αποκαλύπτει στρατηγικές αναστολής των μοριακών διαδικασιών που οδηγούν σε αυτήν την καταστροφική –για τη μνήμη- ασθένεια.
Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αποτελεί έναν αξιοσημείωτα πολύπλοκο ζωντανό υπολογιστή που προσλαμβάνει μια ευρεία γκάμα αισθητηριακών εμπειριών, επεξεργάζεται και αποθηκεύει πληροφορίες, ανακαλεί και ενσωματώνει επιλεγμένα δεδομένα τις κατάλληλες στιγμές. Η καταστροφή που προκαλείται από τη νόσο του Αλτσχάιμερ έχει συγκριθεί με την εκκαθάριση ενός σκληρού δίσκου, η οποία ξεκινά από τα πιο πρόσφατα αρχεία. Το πρώτο σημάδι αυτής της νόσου είναι συχνά ο ασθενής να μη θυμάται γεγονότα των τελευταίων ημερών - μια τηλεφωνική συζήτηση με ένα/μια φίλο/η, την επίσκεψη ενός τεχνίτη στο σπίτι - ενώ οι παλαιότερες αναμνήσεις παραμένουν άθικτες. Καθώς η ασθένεια εξελίσσεται, τόσο οι παλιές όσο και οι πρόσφατες αναμνήσεις εξαφανίζονται σταδιακά εωσότου να μη μπορεί να γίνει η αναγνώριση ούτε των αγαπημένων προσώπων. Ο φόβος για τη νόσο του Αλτσχάιμερ δεν προέρχεται τόσο από τη γνώση το επερχόμενου σωματικού πόνου όσο από την αναπόφευκτη απώλεια των αναμνήσεων μιας ολόκληρης ζωής, οι οποίες συνθέτουν την ατομική ταυτότητα.
Δυστυχώς, η αναλογία μεταξύ ανθρώπινου εγκεφάλου και υπολογιστή σταματά εδώ: Δεν είναι δυνατή η επανεκκίνηση του ανθρώπινου εγκεφάλου και η επαναφόρτισή του με αρχεία και προγράμματα. Το πρόβλημα είναι πως η νόσος του Αλτσχάιμερ δε διαγράφει μόνο πληροφορίες, αλλά καταστρέφει το hardware του εγκεφάλου, ο οποίος αποτελείται από περισσότερα από 100 δισ. νευρικά κύτταρα (νευρώνες), με 100 τρισ. συνδέσεις μεταξύ τους. Οι περισσότρες σύγχρονες θεραπείες για τη νόσο του Αλτσχάιμερ επωφελούνται από το γεγονός ότι πολλοί από τους νευρώνες που χάθηκαν λόγω της νόσου απελευθερώνουν ένα είδος χημικού αγγελιοφόρου (ή νευροδιαβιβαστή) με το όνομα ακετυλοχολίνη. Για τον λόγο ότι οι θεραπείες αυτές εμποδίζουν τη δράση ενός ενζύμου, υπεύθυνου για την ομαλή αποσύνθεση της ακετυλοχολίνης, αυξάνουν τα επίπεδα της δρασης αυτού του διαβιβαστή που διαφορετικά θα ήταν μειωμένη. Το αποτέλεσμα είναι η ενεργοποίηση των νευρώνων και η καθαρή σκέψη, ωστόσο η δράση αυτών των φαρμάκων τυπικά εξασθενεί μετά τη πάροδο έξι μηνών έως ενός έτους επειδή δε μπορούν να εμποδίσουν τη -χωρίς τέλος- καταστροφή των νευρώνων. Μια άλλη ουσία, ονόματι μεμαντίνη, εμφανίζεται να επιβραδύνει την νοητική έκπτωση στους ασθενείς με μέτριο έως σοβαρό επίπεδο Αλτζχάιμερ εμποδίζοντας την υπερβολική δραστηριότητα ενός διαφορετικού νευροδιαβιβαστή (του γλουταμικού). Παρόλ’αυτά, οι ερευνητές δεν έχουν αποφανθεί ακόμη για το εάν η επίδραση των φαρμάκων διαρκεί περισσότερο από ένα έτος.
Η Αμυλοειδική υπόθεση
Τα δύο βασικά χαρακτηριστικά αυτής της νόσου, όπως καταγράφηκαν για πρώτη φορά πριν από 100 χρόνια από τον γερμανό νευρολόγο Alois Alzheimer, είναι οι πλάκες και τα πρωτεϊνικά συσσωματώματα στον κροταφικό φλοιό και στο μεταιχμιακό σύστημα, τα οποία είναι υπεύθυνα για τις λειτουργίες του ανώτερου εγκεφάλου. Οι πλάκες είναι εξωκυττάρια μορφώματα τα οποία αποτελούνται κυρίως από μια μικρή πρωτεΐνη με το όνομα β-αμυλοειδές ή Αβ. Τα συσσωματώματα βρίσκονται στο εσωτερικό των νευρώνων και των διακλαδώσεών τους (νευράξονες και δενδρίτες), ενώ συντίθενται από τα νήματα μιας πρωτεΐνης που ονομάζεται Τ. Η παρατήρηση αυτών των ανωμαλιών στάθηκε αφορμή μιας συζήτησης που διήρκησε καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια του 20ού αιώνα: Είναι οι πλάκες και τα συσσωματώματα υπεύθυνα για τον εκφυλισμό των εγκεφαλικών νευρώνων ή είναι απλά δείκτες για το πού έχει ήδη επέλθει νευρωνικός θάνατος; Τα τελευταία δέκα χρόνια, οι περισσότερες ενδείξεις στηρίζουν την υπόθεση των ολιγομερών αμυλοειδών, η οποία ισχυρίζεται ότι και η Αβ και η T-πρωτεΐνη εμπλέκονται άμεσα στην πρόκληση της νόσου του Αλτσχάιμερ, με την Αβ να αποτελεί την κύρια απειλή.
Το β-αμυλοειδές (Αβ) είναι ένα μικρό πεπτίδιο, μέρος μιας πρωτεΐνης, η οποία ανακαλύφθηκε και πήρε το όνομά της το 1984 από τους George G. Glenner και Cai'ne W. Wong, στο Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο της Καλιφόρνια.
(592 λέξεις)
English to Greek: Scientific Developments and Research in Eating Disorders: Laying the Groundwork for Increasingly Effective Treatment General field: Medical Detailed field: Medical (general)
Source text - English Scientific Developments and Research in Eating Disorders: Laying the Groundwork for Increasingly Effective Treatment
Article contributed by Jacquelyn Ekern, MS, LPC, President @ Eating Disorder Hope and Crystal Karges, BS, DTR, CLEC, Special Projects Coordinator @ Eating Disorder Hope
The field of eating disorder research is continually evolving, and treatments are being developed and refined based on these discoveries. Given the complex nature of eating disorders, it is not surprising that the factors that contribute to these diseases are multifaceted. There is not one single cause responsible for the formation and development of an eating disorder, but rather, an accumulation of several possible compounding factors that each play a role in the development and continuation of these diseases. These factors can be biological, sociological, emotional, environmental, etc.
One factor frequently investigated by researchers is the biological component of eating disorders. Many have pondered and theorized what mechanisms occur in the human body, specifically the brain, that can make an individual susceptible to developing anorexia, bulimia or binge eating disorder. Studies are currently underway that are examining potential contributing factors of an eating disorder, such as genetics, hormones, and neurobiology.
Neurobiology and brain research, as it pertains to eating disorders in particular, is becoming an increasingly promising area of eating disorder study. Researchers are uncovering new evidence that demonstrates how brain pathways function differently in individuals with eating disorders. Other research studies in this field have shown how both appetite and energy expenditure are regulated by a highly complex network of nerve cells called neuropeptides. These discoveries and research efforts in neurobiology are important to women and men suffering from eating disorders because health care professionals are gaining a better understanding as to what can be done to effectively treat these conditions. These findings also validate that eating disorders are real diseases that require treatment. Because of the stigma and misperceptions surrounding eating disorders, many people may not receive the help and support they need. Understanding the possible biological connections with eating disorders brings these disorders into greater light: Eating disorders are not simply a fabrication of one’s imagination or a desire to be thin – they are serious, life-threatening illnesses.
Several individuals are making great strides in neurobiology research as they continue to conduct studies that investigate eating disorders in a valuable perspective. Some of these research investigators at the forefront of this field include Dr. Daniel Krawczyk, associate professor at the Center for BrainHealth at the University of Texas, Dr. Carrie McAdams, assistant psychiatry professor at UT Southwestern Medical Center, and Dr. Walter Kaye, Director of University of California San Diego Eating Disorder Program.
Dr. Krawczyk and Dr. McAdams recently published a study in the journal, Social Cognitive and Affective Neuroscience, which showed that women with anorexia nervosa have different brain activity than those women without the eating disorder [1]. They are currently working on comparing how brain pathways function in currently ill and fully recovered individuals that have had anorexia nervosa, in the hopes of studying whether changes in these brain regions can be connected with recovery.
Dr. Kaye, who has authored more than 300 articles and publications, has made considerable progress in understanding the brain circuits that may contribute to symptoms such as altered body image and disturbed appetite regulation. His findings, which were published in the American Journal of Psychiatry, are leading to a new understanding of why individuals suffer with eating disorders, as well as important clues necessary for developing more effectual treatments [2].
Understanding the causes, effects, and treatments of eating disorders are indeed complex; however, progressions in research are shedding light on these once misunderstood diseases, answering intricate questions, and bringing hope to eating disorder sufferers with promising outcomes.
References:
1. Carrie J McAdams, MD, PhD and Daniel C Krawczyk, PhD. Who am I? How do I look? Neural Differences in self-identify in anorexia nervosa. Social Cognitive and Affective Neuroscience 2012. First published online: September 5, 2012. DOI:10.1093/scan/nns093
2. Kaye WH, Bailer UF. Understanding the Neural Circuitry of Appetitive Regulation in Eating Disorders. Biol Psychiatry. 2011 Oct 15; 0(8): 704-5.
Translation - Greek Επιστημονικές Εξελίξεις και Έρευνα στις Διατροφικές Διαταραχές: Θέτοντας τα Θεμέλια για μια ολοένα και πιο αποτελεσματική θεραπεία
Το άρθρο πρόσφεραν η Jacquelyn Ekern, MS, LPC, Πρόεδρος @ Eating Disorder Hope (Σύλλογος Διατροφικών Διαταραχών «Ελπίδα») και η Crystal Karges, BS, DTR, CLEC, Ειδική Συντονίστρια των Πρότζεκτ @ Eating Disorder Hope (@ Σύλλογος Διατροφικών Διαταραχών «Ελπίδα»)
O τομέας της έρευνας πάνω στις διατροφικών διαταραχών εξελίσσεται συνεχώς και, κατά συνέπεια, οι θεραπείες αναπτύσσονται και βελτιώνονται βάσει αυτών των ανακαλύψεων. Δεδομένης της πολύπλοκης φύσης των διατροφικών διαταραχών, δεν προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι οι παράγοντες που συμβάλλουν σε αυτές τις ασθένειες είναι πολύπλευροι. Δεν είναι μία και μοναδική αιτία υπεύθυνη για την εμφάνιση και την εξέλιξη μιας διατροφικής διαταραχής. Αντίθετα, προκαλείται λόγω της συσσώρευσης περισσότερων πιθανών παραγόντων που οδηγούν στην ανάπτυξη και την επιμονή/συνέχιση αυτών των ασθενειών. Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να είναι βιολογικοί, κοινωνικοί, συναισθηματικοί, περιβαλλοντικοί κ.ά.
Ένας παράγοντας που διερευνάται συχνά από τους ερευνητές είναι η βιολογική διάσταση των διατροφικών διαταραχών. Πολλοί έχουν αναλογιστεί και διατυπώσει θεωρίες αναφορικά με τους μηχανισμούς που υπάρχουν μέσα στο ανθρώπινο σώμα, συγκεκριμένα στον εγκέφαλο, και είναι δυνατόν να καταστήσουν ένα άτομο επιρρεπές στην ανάπτυξη της ανορεξίας, της βουλιμίας ή του συνδρόμου της ανεξέλεγκτης υπερφαγίας. Την ίδια στιγμή πραγματοποιούνται μελέτες, οι οποίες εξετάζουν την πιθανότητα να συμβάλλουν στην εμφάνιση διατροφικής διαταραχής παράγοντες, όπως το γενετικό υλικό, οι ορμόνες και η νευροβιολογία.
Η νευροβιολογία και η νευροεπιστήμη, συγκεκριμένα όσον αφορά τις διατροφικές διαταραχές, εξελίσσονται σε πολλά υποσχόμενους τομείς της έρευνας των διατροφικών διαταραχών. Οι ερευνητές φέρνουν στο φως στοιχεία τα οποία καταδεικνύουν τη διαφορετική λειτουργία των εγκεφαλικών μονοπατιών στα άτομα με διατροφικές διαταραχές. Άλλες μελέτες σε αυτόν τον τομέα έδειξαν πως η όρεξη για φαγητό και η κατανάλωση ενέργειας ρυθμίζονται από ένα ιδιαίτερα πολύπλοκο δίκτυο νευρικών κυττάρων που ονομάζονται νευροπεπτίδια. Αυτές οι ανακαλύψεις και οι ερευνητικές προσπάθειες στον τομέα της νευροεπιστήμης είναι σημαντικές τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άνδρες που υποφέρουν από διατροφικές διαταραχές, για τον λόγο ότι οι επαγγελματίες της υγείας αποκτούν καλύτερη κατανόηση για το τι πρέπει να γίνει ώστε να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά αυτές οι καταστάσεις. Tα ευρήματα αυτά κατατάσσουν επίσης τις διατροφικές διαταραχές στις σοβαρές ασθένειες που απαιτούν θεραπεία. Εξαιτίας του στίγματος και της παρανόησης γύρω από τις διατροφικές διαταραχές, πολλοί άνθρωποι μπορεί να μη λαμβάνουν τη βοήθεια και την υποστήριξη που χρειάζονται. Η κατανόηση των πιθανών βιολογικών συνδέσεων με τις διατροφικές διαταραχές οδηγεί στην ευρύτερη γνωστοποίηση αυτών των διαταραχών: Οι διατροφικές διαταραχές δεν είναι απλώς ένα κατασκεύασμα της φαντασίας κάποιου ή η επιθυμία κάποιου να είναι λεπτός – είναι σοβαρές και απειλητικές για τη ζωή ασθένειες.
Ορισμένοι ερευνητές σημειώνουν μεγάλη πρόοδο στον τομέα της νευροεπιστημονικής έρευνας καθώς συνεχίζουν να διεξάγουν μελέτες που ερευνούν τις διατροφικές διαταραχές από μια πολύ ενδιαφέρουσα οπτική. Στους πρωτοπόρους ερευνητές αυτού του τομέα συγκαταλέγονται ο Δρ. Daniel Krawczyk, αναπληρωτής καθηγητής στο Center for BrainHealth του Πανεπιστημίου του Τέξας, η Δρ. Carrie McAdams, βοηθός καθηγητή ψυχιατρικής στο Southwestern Medical Center του Πανεπιστημίου του Τέξας και ο Δρ. Walter Kaye, Διευθυντής του προγράμματος Διατροφικών Διαταραχών στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Σαν Ντιέγκο.
Ο Δρ. Krawczyk και η Δρ. McAdams δημοσίευσαν πρόσφατα μια μελέτη στο περιοδικό “Social Cognitive and Affective Neuroscience”, η οποία έδειξε ότι οι γυναίκες με νευρική ανορεξία έχουν διαφορετική εγκεφαλική λειτουργία σε σχέση με τις γυναίκες χωρίς τη διατροφική διαταραχή [1]. Αυτή τη στιγμή εργάζονται συγκρίνοντας τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα εγκεφαλικά νεύρα σε ασθενείς και σε υγιή πλέον άτομα, που έπασχαν από νευρική ανορεξία, ελπίζοντας να διερευνήσουν εάν οι αλλαγές σε αυτές τις περιοχές του εγκεφάλου μπορούν συνδεθούν με την ανάρρωση.
Ο Δρ. Kaye, ο οποίος έχει γράψει περισσότερα από 300 άρθρα και δημοσιεύσεις, έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην κατανόηση των εγκεφαλικών κυκλωμάτων που μπορούν να συμβάλλουν στην εμφάνιση συμπτωμάτων, όπως η αλλαγμένη εικόνα του σώματος και η διαταραγμένη ρύθμιση της όρεξης για φαγητό. Τα ευρήματά του, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο American Journal of Psychiatry, οδηγούν σε μια καλύτερη κατανόηση του λόγου για τον οποίο τα άτομα υποφέρουν από διατροφικές διαταραχές, ενώ περιλαμβάνουν και σημαντικά στοιχεία, απαραίτητα για την ανάπτυξη περισσότερο αποτελεσματικών θεραπειών [2].
Η κατανόηση των αιτιών, των συνεπειών και των θεραπειών των διατροφικών διαταραχών είναι πράγματι πολύπλοκη παρολ’ αυτά, πρόοδοι στον τομέα της έρευνας ρίχνουν φως σε αυτές τις άλλοτε παρεξηγημένες ασθένειες, απαντώντας σε σύνθετες ερωτήσεις και γεμίζοντας με ελπίδα τους ασθενείς που πάσχουν από διατροφικές διαταραχές για μελλοντικά θετικά αποτελέσματα.
Βιβλιογραφικές Αναφορές:
1. Carrie J McAdams, MD, PhD and Daniel C Krawczyk, PhD. Who am I? How do I look? Neural Differences in self-identify in anorexia nervosa. Social Cognitive and Affective Neuroscience 2012. First published online: September 5, 2012. DOI:10.1093/scan/nns093
2. Kaye WH, Bailer UF. Understanding the Neural Circuitry of Appetitive Regulation in Eating Disorders. Biol Psychiatry. 2011 Oct 15; 0(8): 704-5.
English to Greek: The "Catholic Ethic" Vs The "Protestant Ethic": Catholic Social Service and the Welfare State General field: Social Sciences Detailed field: Religion
Source text - English Introduction
The year of 1985 marks the 50th anniversary
of the Social Security Act While it
is the centerpiece of American social legislation,
it came in our history nevertheless at
a fairly late date—certainly later than comparable
acts in other countries. Though
Social Security has now become an integral
part of American life, we have not yet
reached the point where we take pride in
the social accomplishment this Act represents.
Instead, it is under attack by a wide
range of opponents, vigorously proffering
proposals to change, reduce, trim, or
encapsulate both the programs and purpose
of the Act. And this effort is part of a
larger and more general hostility toward the
poor.
American society is in some respects so
negative toward the poor that this nation
might be called a "Poorfare State." The
Rev. Msgr John McCarren has observed:
"Our values around welfare and charity so
often appear inconsistent" (McCarren,
1984). That observation reflects a sense
that American society is openly hostile toward
the disadvantaged—that we hold a suspicion
toward them more pervasive and more
profound than is characteristic of other
industrialized countries. We have been called
a "welfare laggard" both because of our
historial reluctance to provide formal welfare
benefits to the disadvantaged and
because what we do provide is often too
little and comes too late.
For all of this tradition of negativism toward
the institutional forms of welfare, however,
it is not possible to characterize the American
people as being uncaring or mean spirited.
Along with our history of rejection and
suspicion of formal approaches toward the
provision of benefits to the disadvantaged,
there is a strong, competing tradition of
informal helpfulness and charity—of spontaneous
aid for those in need, from collaborative
barn raisings to sharing of cups of
sugar to cooperative neighborhood watch
programs. In many respects the United
States, as a nation, is the most generous of
any in recorded history, and its people have
a long tradition of sacrificing—sometimes
painfully—to aid thoose in need. Thus,
another part of our history is one of cooperation
and mutual aid.
Such a social paradox lends itself to resolution
only to the extent that one can discern
the underlying ethical structures and
value systems that give rise to it. It is toward
such discernment that the propositions and
suppositions, the assumptions and the
assertions of this essay are directed.
There is argument developing that members
of our society have evolved strong value
systems, portions of which are in conflict
with one another (Tropman, 1978; Hirschman,
1982). It is also clear that our society—
as any society—is a system that remains
in relative balance largely as a result of
simultaneously strong but competing principles:
achievement versus equality, private
versus public, struggle versus entitlement,
permission versus control (Tropman, 1985).
With respect to that inconsistency of our
values concerning welfare and charity that
Msgr. McCarren and others observe, it may
be that much of the inconsistency is the
result of two simultaneously strong but
competing religious ethical systems. One of
these, the Protestant Ethic, has been widely
acknowledged and studied. The other, which
should properly be called the "Catholic
Ethic," has gone largely unrecognized and,
therefore, has received only scant philosophical
or research attention. An understanding of the true nature of social concern
in the United States cannot be fully reached
without an extensive understanding of both.1
In this essay, I will advance three ideas.
First, I argue that there is a set of beliefs that
can be called the "Catholic Ethic." This
ethic stands, in important respects, juxtaposed
to its more popular sibling, the "Protestant
Ethic." Second, some crucial components
of the Catholic Ethic are of central
importance to the development of a welfare
state. Its tenets tend to facilitate the kinds
of provisions that aid the disadvantaged and
support those in need. Third, the different
sequence of Protestant and Catholic ethos
within Western societies may have been
important in the different positions of
countries today with respect to welfare state
activities. This argument will have particular
force with respect to the United States.
Where Is the Catholic Ethic?
The concept of a Protestant Ethic totally
pervades American society. Its presence has
been well established in social and in popular
science. The original work of Weber
(Weber, 1956) on the "Protestant Ethic and
the Spirit of Capitalism," has been one of
the most well established hypotheses in
macrosociology. While its scientific status is
still disputed (Marshall, 1982; Hudson,
1961), no one would seriously deny its
influence as a generator of research, as a
piece of social science history, and, as an
idea of vigorous force. So robust has Weber's
original concept become that the very phrase,
"the Protestant Ethic," has passed into the
popular literature as general synonym for
work orientation. There are many who have
begun the testing and development of Protestant
Ethic scales (Wollack, et a/., 1971;
Greenburg, 1977; Buchholz, 1978; Blood,
1969; Ganster, 1981). These scales are
largely an attempt to measure work and/or
achievement orientation. Fumham (1984),
did an essay article recently on the relationship
between the Protestant Ethic idea and
psychological orientation.
It's use as a macrosociological perspective
to explain societal development continues.
Eisenstadt (1968) looked at it in relationship
to modernization. Dickson and
McLachlain (1983) discuss the Protestant
Ethic in relation to Scottish history.2 Elbe
(1977) explored the relationship among the
Protestant Ethic, sex, and psychotherapy,
Segalman (1968) looked at the Protestant
Ethic and social welfare and commented:
"That a social welfare should develop at all
under the Protestant Ethic is a matter of
surprise " (p. 128).
In short, the Protestant Ethic concept is
a well established part of our scientific and
popular culture. One would, therefore,
expect that there would be a parallel concept
denoting other kinds of characteristics
that might be called the "Catholic Ethic."
Nothing like it appears in Ellis' classic work,
American Catholicism (Ellis, 1969). Nor does
there appear any popular discourse in which
a concept called, "the Catholic Ethic" would
emerge. While both Ryle (n.d.) and Samuels
(n.d.) both imply it in their works, these
are fairly recent, and the concept is only
latent.3 It is, therefore curious that no concept
identified in any fashion as a "Catholic
Ethic" exists in any detail. I think it does
exist and has important properties and central
tenets.
Central Features of the Catholic
Ethic
Seven features of the Catholic Ethic strike
me as important as one tries to consider its
impact on the United States. It should not
be taken that these seven features are the
sole characteristics of such an ethic, nor that
their sole impact relates to the development
of welfare state emphases. There seems to
be enough difference, however, between
Catholic and Protestant orientations to make
these among the more salient features.
Catholic Ambivalence Concerning
Wealth (1)
The Catholic Ethic, unlike the Protestant
Ethic, expresses a certain caution concerning
the value of wealth and, certainly, is
much more hesitant with respect to its use
as an indicator of high quality character
than would be true within the Protestant
ethic framework. Within a Catholic orientation
money is, of course, good; but it is
good because it provides for the necessities
of life. It should never be confused with the
really important things of life. It is instrumental,
not transcendental. Furthermore,
great wealth has always been looked at with
a certain sense of suspicion. The very wealthy
are frequently considered to have gotten their gains in ways that are not appropriate,
thus tainting that wealth. Many religious
individuals and many members of the clergy
take vows of poverty, thus freeing themselves
from the more corporal concerns
represented by money and allowing a greater
focus on their vocation.5 This point is not
to be construed as an anti-wealth position
but, rather, as a skeptical position in which
wealth is seen as having useful but limited
value. From this perspective, those who are
poor might well be those who are holy rather
than those who have failed some test of
"Social Darwinism." Certainly, this tradition
would not suggest that those who are
poor have any serious flaws of character or
moral deficit Rather, the poor are like the
rest of use—only without money.
It may overstate the perspective a bit to
compare poverty to a bowling score—some
people have high bowling scores, some
people have low ones. It is generally better,
of course, to have a high score than a low
one; but no one believes that those who
have low bowling scores are social pariahs.
Neither would anyone seriously consider
the proposition that those who have led
exemplary lives would be rewarded by high
bowling scores. Hence, the Catholic Ethic
on money and wealth does not demean the
poor nor exalt the rich as much as the Protestant
Ethic, nor does it make it as difficult
to provide financial aid. If money is
supremely important, then its provision must
be fraught with difficulty. If money, like
bread, is a necessary staff of life, then its
provision takes on a more matter-of-fact
quality. This seems to be more characteristic
of the Catholic position.
An Intrumental Attitude Towards
Work (2)
Similar to the attitude expressed toward
money, it seems that the Catholic Ethic has
an instrumental rather than a transcendental
attitude toward work Work is good. Work
provides something to do. It has the benefit
of putting bread on the table. And it is in
some sense a duty to perform, particularly
since it provides resources that enable one
to care for one's family. Once again, however,
work is not considered in the Catholic
tradition as a sacred obligation to be performed
as a duty to God. Neither does one
find one's personal meaning in general
through work. Work may well be a part of
life's meaning, but its purpose is not one of
life's reasons for being. Rather, work is simply
a more straightforward approach to providing
resources. As Paz (1985) says of
Mexican history, "For the society of New
Spain, work did not redeem and had no
value in itself (p. 364).
Such an ethic might look somewhat differently
at the relationship between work
and character than might be expected from
a Protestant Ethic view. In American society,
at least, benefits that are work related
such as Social Security and Employment
Compensation (and other ones that have a
generalized contribution relationship like
Veterans' benefits) are much more well
accepted and well recognized than those
like AFDC that are not related to work. We
keep trying, in our work-related society, to
assign work-related projects to people.
Somehow, work is the solvent that makes
the exchange of money acceptable. That is
because in a Protestant Ethic tradition work
represents meaning. Not to work is to deny
the import of that meaning.
Translation - Greek Εισαγωγή
Το 1985 σημάδεψε την πεντηκοστή επέτειο της Πράξης Κοινωνικής Ασφάλισης. Παρόλο που αποτελεί κεντρικό κομμάτι της Αμερικάνικης Κοινωνικής Νομοθεσίας, εισέρρευσε στην ιστορία μας αρκετά πρόσφατα (συγκεκριμένα αργότερα από αντίστοιχες πράξεις σε άλλες χώρες). Μολονότι η Κοινωνική Ασφάλιση αποτελεί πλέον αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής στην Αμερική, δεν έχουμε ακόμη φτάσει στο σημείο όπου θα έπρεπε να είμαστε περήφανοι για το κοινωνικό επίτευγμα που αντιπροσωπεύει αυτή η Πράξη. Αντίθετα, δέχεται επίθεση από μια μεγάλη τάξη αντιπάλων που προβάλλουν σθεναρά προτάσεις για αλλαγές, μείωση, περικοπή ή συμπύκνωση των προγραμμάτων αλλά και των σκοπών της Πράξης. Αυτή η προσπάθεια είναι μέρος μιας μεγαλύτερης και γενικότερης εχθρότητας απέναντι στους φτωχούς.
Η Αμερικανική κοινωνία είναι σε τέτοιο βαθμό αρνητική απέναντι στους φτωχούς, που θα μπορούσε το έθνος να αποκαλείται «Κράτος που αντιμάχεται τους φτωχούς». Ο αιδεσιμότατος κύριος John McCarren παρατηρεί: «Οι αξίες μας σχετικά με την αγαθοεργία και την φιλανθρωπία φαίνονται πολύ συχνά ασυνεπείς» (McCarren, 1984). Σε αυτή την παρατήρηση αντικατοπτρίζεται η αίσθηση πως η Αμερικανική κοινωνία είναι φανερά εχθρική απέναντι στους μειονεκτούντες ( το γεγονός ότι διατηρούμε υποψίες απέναντί τους περισσότερο διαχυτικές και βαθυστόχαστες από αυτές που χαρακτηρίζουν άλλες βιομηχανικές χώρες). Αποκαλούμαστε ‘ουραγός κοινωνικής πρόνοιας’ εξαιτίας της ιστορικής μας απροθυμίας να προσφέρουμε τυπικές κοινωνικές παροχές στους περιθωριοποιημένους και επειδή αυτό που παρέχουμε, στην πραγματικότητα είναι πολύ λίγο ή φτάνει πολύ αργά.
Όμως, δεν είναι δυνατό, να χαρακτηρίζονται οι Αμερικάνοι αδιάφοροι ή κακεντρεχείς, εξαιτίας αυτής της παράδοσης αρνητικότητας απέναντι στις θεσμικές μορφές κοινωνικής πρόνοιας. Μαζί με την προϊστορία μας στην απόρριψη και την υποψία των τυπικών προσεγγίσεων σχετικά με την πρόβλεψη των παροχών για τους μειονεκτούντες, υπάρχει μια δυνατή, ανταγωνιστική παράδοση ανεπίσημης εξυπηρέτησης και φιλανθρωπικού έργου –αυθόρμητης αρωγής για εκείνους που την έχουν ανάγκη, από συνεργατικές αυξήσεις αχυρώνων και μοίρασμα φλιτζανιών ζάχαρης έως συνεργατικά προγράμματα παρακολούθησης συνοικιών. Από πολλές απόψεις οι Ηνωμένες Πολιτείες ως έθνος είναι το πιο γενναιόδωρο στην καταγεγραμμένη ιστορία και οι άνθρωποί του έχουν μακριά παράδοση θυσίας – η οποία υπήρξε πολλές φορές επώδυνη- προκειμένου να βοηθήσουν αυτούς που βρίσκονται σε ανάγκη. Έτσι, ένα άλλο μέρος της ιστορίας μας είναι και αυτό της συνεργασίας και της αμοιβαίας βοήθειας.
Ένα τέτοιο κοινωνικό παράδοξο προσφέρεται για ανάλυση μόνο στον βαθμό που κάποιος μπορεί να διακρίνει τις βαθύτερες ηθικές δομές και τα συστήματα αξιών που το δημιουργούν. Οι προτάσεις, οι υποθέσεις και οι ισχυρισμοί αυτού του δοκιμίου κατευθύνονται προς αυτήν ακριβώς την διάκριση.
Υπάρχει επιχειρηματολογία που αναπτύσσεται σχετικά με το γεγονός ότι μέλη της κοινωνίας μας έχουν εξελίξει δυνατά συστήματα αξιών, μερίδια των οποίων έρχονται σε αντίθεση το ένα με το άλλο (Tropman, 1978, Hirschman, 1982). Είναι επίσης ξεκάθαρο πως η κοινωνία μας –όπως κάθε κοινωνία- είναι ένα σύστημα το οποίο παραμένει σε σχετική ισορροπία, σε μεγάλο βαθμό ως αποτέλεσμα δυνατών και ταυτόχρονα ανταγωνιστικών αρχών: επιτυχία έναντι ισότητας, ιδιωτικού έναντι δημοσίου, αγώνα έναντι δικαιωμάτων, άδειας κατά ελέγχου (Tropman, 1985).
Σχετικά νε αυτήν την ασυνέπεια των αξιών μας που αφορούν την αγαθοεργία και το φιλανθρωπικό έργο, το οποίο παρακολουθούν ο αιδεσιμότατος κύριο McCarrey και άλλοι, μπορεί μεγάλο μέρος της να είναι αποτέλεσμα δυο δυνατών αλλά ταυτόχρονα ανταγωνιστικών, θρησκευτικών ηθικών συστημάτων. Ένα από αυτά, η Προτεσταντική Ηθική, έχει αναγνωριστεί και μελετηθεί ευρέως. Ένα άλλο, το οποίο θα έπρεπε να ονομάζεται καταλλήλως Καθολική Ηθική, έχει σε μεγάλο βαθμό περάσει απαρατήρητο. Επομένως, έχει λάβει λιγοστή προσοχή από φιλοσοφική ή ερευνητική άποψη. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε την πραγματική φύση της κοινωνική μέριμνας στις Ηνωμένες Πολιτείες, χωρίς την εκτεταμένη κατανόηση και των δυο1.
Σε αυτό το δοκίμιο, θα αναπτύξω τρεις ιδέες. Αρχικά, υποστηρίζω πως υπάρχει ένα σύνολο πεποιθήσεων που μπορεί να ονομαστεί «Καθολική Ηθική». Αυτή η Ηθική στέκεται σε σημαντικά σημεία αντιπαραβαλλόμενη με τον πιο διάσημο αδερφό της, την «Προτεσταντική Ηθική». Δεύτερον, μερικά καίρια συστατικά μέρη της Καθολικής Ηθικής είναι κεντρικής σημασίας για την ανάπτυξη ενός κράτους πρόνοιας. Τα αξιώματά του τείνουν να διευκολύνουν τα είδη των διατάξεων που βοηθούν τους μειονεκτούντες και στηρίζουν αυτούς που βρίσκονται σε ανάγκη. Τρίτο, διαφορετική αλληλουχία του Προτεσταντικού και Καθολικού Ήθους μέσα στις Προτεσταντικές κοινωνίες, ίσως να ήταν σημαντική σε διαφορετικές θέσεις των χωρών σήμερα, σε σχέση με τις δραστηριότητες ενός κράτους πρόνοιας. Αυτό το επιχείρημα, θα έχει συγκεκριμένη δύναμη όσο αναφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Που είναι η Καθολική Ηθική;
Η ιδέα της Προτεσταντικής Ηθικής διαποτίζει καθ’ ολοκληρίαν την Αμερικανική κοινωνία. Η παρουσία του έχει καθιερωθεί για τα καλά στην κοινωνική και στην δημοφιλή επιστήμη. Το πρωτότυπο έργο του Weber (Weber, 1956) πάνω στην «Προτεσταντική Ηθική και το Πνεύμα του Καπιταλισμού», έχει υπάρξει μια από τις καλύτερες καθιερωμένες υποθέσεις στην Μακροκοινωνιολογία. Ενώ η επιστημονική του θέση ακόμη αμφισβητείται, κανένας δεν θα αρνιόταν την σημαντική του επιρροή ως γεννήτρια έρευνας, ως ένα κομμάτι της ιστορίας της Κοινωνικής επιστήμης και ως μια ιδέα ακραίας δύναμης. Τόσο ισχυρή έχει γίνει η πρωτότυπη θέση του Weber που η φράση «η Προτεσταντική Ηθική έχει περάσει στην δημοφιλή λογοτεχνία σαν ένα γενικό συνώνυμο του προσανατολισμού της εργασίας». Υπάρχουν πολλοί οι οποίοι έχουν ξεκινήσει την δοκιμασία και την ανάπτυξη των κλιμάκων της Προτεσταντικής Ηθικής (Wollack, και άλλοι, 1971, Greenburg, 1977, Buchholz, 1978, Blood,1969, Ganster, 1981). Αυτές οι κλίμακες είναι σε μεγάλο βαθμό μια προσπάθεια καταμέτρησης του προσανατολισμού της εργασίας και των επιτευγμάτων. Ο Frunham (1984), πρόσφατα έγραψε ένα δοκίμιο σχετικό με την σχέση ανάμεσα στην ιδέα της Προτεσταντικής Ηθικής και του ψυχολογικού προσανατολισμού.
Χρησιμοποιείται ως μια μακροκοινωνιολογική άποψη για να εξηγήσει πως η κοινωνική ανάπτυξη συνεχίζεται. Ο Eisenstadt (1968) την εξέτασε σε σχέση με τον εκσυγχρονισμό. Οι Dickson και McLachlain (1983), συζητούν την Προτεσταντική Ηθική σε σχέση με την ιστορία της Σκωτίας.2 Η Elbe (1977) διερεύνησε την σχέση ανάμεσα στην Προτεσταντική Ηθική, το φύλλο και την ψυχοθεραπεία, ενώ ο Segalman (1968) εξετάζοντας την Προτεσταντική Ηθική και την κοινωνική πρόνοια, σχολίασε ότι το γεγονός πως «η κοινωνική πρόνοια θα έπρεπε να αναπτυχθεί καθ’ όλα σύμφωνα με την Προτεσταντική Ηθική, είναι ένα θέμα που εκπλήσσει…».
Εν συντομία, η ιδέα της Προτεσταντικής Ηθικής είναι ένα καθιερωμένο μέρος της επιστημονικής και δημοφιλούς μας κουλτούρας.
Ως εκ τούτου, θα περίμενε κανείς πως θα υπήρχε μια παράλληλη έννοια που να δηλώνει άλλου είδους χαρακτηριστικά που θα ονομάζονταν «Καθολική Ηθική». Τίποτα όμως σαν αυτό δεν εμφανίζεται στο κλασσικό έργο του Ellis με τίτλο «Αμερικανικός Καθολικισμός» (Ellis, 1969). Ούτε εμφανίζεται κάποια δημοφιλής πραγματεία μέσα στην οποία να αναδύεται η έννοια «Καθολική Ηθική». Ενώ οι Ryle και Samuels την υπαινίσσονται μέσα στα έργα τους, αυτές είναι σχετικά πρόσφατες και η ιδέα είναι λανθάνουσα.3 Είναι επομένως περίεργο που καμία έννοια που να εξευρίσκεται με κάποιο τρόπο ως «Καθολική Ηθική» δεν υπάρχει με οποιαδήποτε λεπτομέρεια. Πιστεύω πως υπάρχει και πως έχει σημαντικές ιδιότητες και κεντρικά δόγματα.
Κεντρικά χαρακτηριστικά της Καθολικής Ηθικής
Επτά χαρακτηριστικά της Καθολικής Δεοντολογίας, φαίνονται τόσο σημαντικά ώστε να προσπαθήσει κάποιος να λάβει υπόψη του τις επιπτώσεις τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν θα έπρεπε να είναι δεδομένο ότι αυτά τα εφτά είναι τα μόνα χαρακτηριστικά μιας τέτοιας δεοντολογίας ούτε η μόνη τους επίπτωση σχετικά με την ανάπτυξη ενός κράτους πρόνοιας. Φαίνεται ωστόσο να υπάρχει αρκετή διαφορά ανάμεσα στους Καθολικούς και Προτεσταντικούς προσανατολισμούς για να τοποθετούνται αυτές, ανάμεσα στα πιο προεξέχοντα χαρακτηριστικά.
Κεντρικά χαρακτηριστικά της Καθολικής Ηθικής
Επτά χαρακτηριστικά της Καθολικής Δεοντολογίας, φαίνονται τόσο σημαντικά ώστε να προσπαθήσει κάποιος να λάβει υπόψη του τις επιπτώσεις τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν θα έπρεπε να είναι δεδομένο ότι αυτά τα εφτά είναι τα μόνα χαρακτηριστικά μιας τέτοιας δεοντολογίας ούτε η μόνη τους επίπτωση σχετικά με την ανάπτυξη ενός κράτους πρόνοιας. Φαίνεται ωστόσο να υπάρχει αρκετή διαφορά ανάμεσα στους Καθολικούς και Προτεσταντικούς προσανατολισμούς για να τοποθετούνται αυτές, ανάμεσα στα πιο προεξέχοντα χαρακτηριστικά4.
Η Καθολική αμφιθυμία σχετικά με τον πλούτο (1)
Αντίθετα με την Προτεσταντική, η Καθολική Ηθική εκφράζει μια ορισμένη προσοχή όσο αφορά την αξία του πλούτου και σίγουρα είναι πολύ πιο διστακτική σχετικά με την χρήση του ως δείκτη υψηλής ποιότητας χαρακτήρα, ο οποίος θα ήταν πραγματικός μέσα στο πλαίσιο της Προτεσταντικής Δεοντολογίας. Μέσα σε ένα Καθολικό πλαίσιο τα χρήματα είναι φυσικά καλά. Όμως είναι καλά επειδή παρέχουν τα απαραίτητα για να ζήσουμε. Δεν θα έπρεπε ποτέ να συγχέονται με τα πράγματα που είναι πραγματικά σημαντικά στη ζωή. Το χρήμα είναι μέσο, όχι κάτι υπερφυσικό. Επιπλέον, ο μεγάλος πλούτος πάντα αντιμετωπιζόταν με καχυποψία. Συχνά, θεωρείται πως οι πολλοί πλούσιοι έχουν αποκτήσει τα κέρδη τους με τρόπους ακατάλληλους και έτσι σπιλώνουν αυτόν τον πλούτο. Αρκετοί θρησκευόμενοι και πολλά μέλη του κλήρου παίρνουν όρκους φτώχειας, απελευθερώνοντας έτσι τους εαυτούς τους από τις σωματικές ανάγκες και ανησυχίες που αντιπροσωπεύουν τα χρήματα, επιτρέποντας με τον τρόπο αυτό την καλύτερη συγκέντρωση στην θεία κλήση τους5. Αυτό το σημείο δεν θα έπρεπε να ερμηνευτεί σαν μια θέση κατά του πλούτου αλλά μάλλον, σαν μια σκεπτική άποψη, σύμφωνα με την οποία ο πλούτος αντιμετωπίζεται σαν να έχει χρηστική αλλά και περιορισμένη αξία. Από αυτήν την άποψη, οι φτωχοί θα μπορούσαν κάλλιστα να αντιμετωπίζονται ως άγιοι, παρά σαν εκείνους που έχουν αποτύχει σε εξέταση «Κοινωνικού Δαρβινισμού». Συγκεκριμένα, αυτή η παράδοση δεν υπαινίσσεται ότι οι φτωχοί δεν έχουν σοβαρά ελαττώματα στο χαρακτήρα τους ή ηθικά ελλείμματα. Αντίθετα, οι φτωχοί είναι σαν εμάς τους υπόλοιπους, απλά χωρίς χρήματα. Μπορεί να μεγαλοποιείται λίγο η άποψη αυτή, ώστε να συγκρίνουμε την φτώχεια με μια πιο σφαιρική επιτυχία (μερικοί άνθρωποι έχουν υψηλές βαθμολογίες ενώ κάποιοι άλλοι χαμηλές). Γενικότερα είναι καλύτερο να έχει κανείς υψηλές παρά χαμηλές. Παρ’ όλα αυτά κανείς δεν πιστεύει πως αυτοί που έχουν χαμηλές είναι κοινωνικά περιθωριοποιημένοι. Ούτε κανείς θα σκεφτόταν σοβαρά την άποψη πως αυτοί που κάνουν υποδειγματική ζωή θα επιβραβευθούν με υψηλές βαθμολογίες, Ως εκ τούτου, η Καθολική Ηθική που σχετίζεται με τα χρήματα και τον πλούτο, δεν υποβιβάζει τους φτωχούς, ούτε εξυψώνει τους πλούσιους τόσο όσο η Προτεσταντική Ηθική, ούτε δυσκολεύει τόσο την παροχή οικονομικής ενίσχυσης. Αν τα χρήματα είναι εξαιρετικά σημαντικά, τότε η παροχή τους πρέπει να είναι πολύ δύσκολη.
Αν τα χρήματα αποτελούν απαραίτητο αγαθό της ζωής όπως το ψωμί, τότε η παροχή τους αποκτά μια πιο απλή ιδιότητα. Αυτό φαίνεται να είναι χαρακτηριστικό της Καθολικής θέσης.
Η αντιμετώπιση της εργασίας ως μέσο (2)
Όμοια με την στάση που υπάρχει απέναντι στα χρήματα, φαίνεται πως η Καθολική Δεοντολογία αντιμετωπίζει την εργασία ως μέσο παρά ως κάτι ανώτερο. Η δουλειά είναι καλή. Η δουλειά σου προσφέρει κάτι να κάνεις. Έχει το προνόμιο να φέρνει ψωμί στο τραπέζι και κατά μια έννοια αποτελεί καθήκον, ιδιαίτερα εφ’ όσων παρέχει πόρους που επιτρέπουν σε κάποιον να φροντίσει την οικογένειά του. Όμως, άλλη μια φορά, η εργασία δεν λαμβάνεται υπόψη σαν μια ιερή υποχρέωση που πρέπει να εκτελεστεί ως καθήκον απέναντι στον Θεό, στην Καθολική παράδοση. Ούτε βρίσκει κανείς γενικά ένα προσωπικό νόημα μέσω της εργασίας. Η δουλειά μπορεί να είναι μέρος της έννοιας της ζωής, αλλά ο σκοπός της δεν αποτελεί λόγο ύπαρξης. Επομένως, η εργασία είναι απλώς μια ευθεία προσέγγιση για την παροχή πόρων. Όπως αναφέρει ο Paz (1985) στην Μεξικανική ιστορία «η εργασία δεν απολύτρωσε και δεν είχε καμία αξία από μόνη της, για την κοινωνία της Νέας Ισπανίας».
Μια τέτοια ηθική φαίνεται πως αντιμετωπίζει κάπως διαφορετικά την σχέση μεταξύ εργασίας και χαρακτήρα απ’ ότι ίσως θα ήταν αναμενόμενο από την πλευρά της Προτεσταντικής Ηθικής. Τουλάχιστον, στην Αμερικανική κοινωνία, τα προνόμια που σχετίζονται με την εργασία, όπως η κοινωνική ασφάλιση και η αποζημίωση για την απασχόληση (και άλλες που έχουν συνεισφέρει γενικά όπως τα προνόμια που δίνονται στους βετεράνους) είναι πολύ περισσότερο αποδεκτά και οργανωμένα από αυτά όπως του AFDC (ενισχύσεις για οικογένειες με εξαρτώμενα μέλη) τα οποία δεν σχετίζονται με την εργασία. Σε μια εργασιοκεντρική κοινωνία, συνεχίζουμε να προσπαθούμε να αναθέσουμε προγράμματα σχετικά με την εργασία, στους ανθρώπους. Κατά κάποιο τρόπο, η εργασία αποτελεί ‘διαλυτικό’ μέσο που καθιστά την ανταλλαγή του χρήματος αποδεκτή. Αυτό οφείλεται στο ότι στην παράδοση της Προτεσταντικής Ηθικής, η εργασία αντιπροσωπεύει το νόημα. Άρνηση της εργασίας συνεπάγεται άρνηση αυτού του νοήματος.
English to Greek: SOCIAL CAPITAL AND ENVIRONMENTAL POLICIES IN GREECE General field: Social Sciences Detailed field: Environment & Ecology
Source text - English SOCIAL CAPITAL AND ENVIRONMENTAL POLICIES
Social Capital
Social capital is one of the most influential concepts of the social sciences (Portes, 2000). It has been widely used in several fields of Sociology and also in other sciences such as health, educational and environmental science. Pierre Bourdieu was one of the first theorists who introduced social capital in sociological discussions emphasizing the benefits deriving from the participation of individuals in social networks (Bourdieu, 1986). James Coleman (1988, 1990) and Robert Putnam made the concept widely known and used in European and American sociology. Coleman (1990) used the term social capital on both a micro and macro scale. He emphasized social networks which are developed among ‘different entities’ and focused on the
connections between social capital and educational achievement. Putnam, Leonardi, & Nanetti (1993) underlined social trust and norms of reciprocity which exist among individuals’ social networks and influence collective activity. In the recent literature, the most common elements identified as components of social capital are: social networks, social and institutional trust and norms of reciprocity (e.g. Bowles & Gintis, 2002; Coleman, 1990; Portes, 2000; Putnam et al., 1993; Woolcock & Narayan, 2000).
The wide expansion of the term social capital can be attributed to the
identification of the numerous benefits that it has both on individual and collective level. Social capital may entail better educational achievements, improved health conditions, higher development rates and higher frequencies of responsible environmental behaviour (Coleman, 1990; Knack & Keefer, 1997; Pretty, 2003; Zhao, 2002). Although the majority of studies emphasize the positive influences of social capital, it should also be mentioned that social capital may also have negative impacts, often referred as ‘bad’ social capital (Pharr & Putnam, 2000; Portes & Landolt, 2000).
Indicative example is the existence of closed communities with very strong ties, having a negative impact both in the wider society and also, due to their closed character, on their members.
Social Capital and Social Acceptability
Regarding the connection of social capital with natural resources management, several studies have been conducted in the past years revealing strong links (Aronson, Clewell, Blignaut, & Milton, 2006; Briceno & Stagl, 2006; Cramb, 2005; Dev, Yadav, Springate-Baginski, & Soussan, 2003; Flora, 1995; Noemdoe, Jonker, & Swatuk, 2006). Some studies analyse the influence of social capital on different types of natural resources management (Adger, 2003; Pretty, 2003; Pretty & Ward, 2001) while others emphasize its influence on specific environmental behaviours (e.g. Briceno & Stagl, 2006; Miller & Buys, 2008; Torgler & Garcia-Valinas, 2007). In this chapter, we analyse the connection of social capital with the level of social
acceptability for environmental policies. The specific issue is significant taking into consideration the importance of citizens’ attitudes and perceptions during the stage of implementation (Anderson, 2006; Howlett & Ramesh, 1995; Isham & Kahkonen, 1999; Jones et al., 2009; Meier & Morgan, 1992). The implementation of an environmental policy has a
higher possibility of being successful if a high level of social acceptance is also present accompanied with fewer social conflicts and higher levels of compliance (Jones, Gleridou, Dimitrakopoulos, & Evangelinos, 2011). To further explain this assumption, we analyse the influence of social capital on social acceptability, by discussing each component separately.
Social trust is one of the main elements of social capital and it is one of the most commonly used indicators (Bowles & Gintis, 2002; Coleman, 1990; Putnam et al., 1993). It refers to the level of social trust developed among individuals, and it is divided in two main forms: particularized and generalized trust (Uslaner & Conley, 2003). Regarding the connection of social trust with the level of social acceptability this is mainly connected with the general perception developed in a community concerning the actions of fellow individuals. In case an individual trusts other people of his/her
community, then he/she also tends to regard that they will act in a
responsible and collective manner (Pretty & Ward, 2001). The implementation of an environmental policy necessitates compliance of citizens with new habits such as environmental regulations or payment of taxes. Thus, in communities where individuals tend to trust their fellow citizens they also expect that other citizens will be willing to comply with the changes.
proposed (Jones, Evangelinos, Iosifides, Halvadakis, & Sophoulis, 2010).
Furthermore, in communities where a higher level of trust is present the occurrence of free-riding behaviour is less frequent (Coleman, 1990). A similar influence on citizens’ behaviour is also expected from the level of compliance to social norms (Pretty & Ward, 2001). Social norms refer mainly to formal and informal norms promoting the common good (Putnam et al., 1993). These norms determine what is right and wrong in a community (Anderson, 2006). In addition, norms are also connected with the development of internal control among members of a community assisting in the creation of long-term obligations for the protection of the common good (Pretty, 2003). Social norms may refer to social behaviours such as not bribing public officials and also to behaviours connected with
environmental issues, such as littering. In communities where there is a high tendency to comply with social norms it is also expected that citizens will be more willing to comply with the changes proposed from environmental
policies. This is mainly due to the belief that these new changes refer to new social norms protecting the collective benefit and thus the majority of individuals in the community will follow them.
Regarding trust in institutions, it refers to the level of trust that an
individual or a community has towards specific actors and institutions
(Narayan & Cassidy, 2001; Newton & Norris, 2000). In the context of
environmental policies these may refer to institutions involved in environmental management activities such as Ministries of Environment, the national Government, local authorities and the European Union. However, non-state institutions may also have a significant role such as Non Governmental Organizations. The influence of institutional trust on the level of social acceptability of a proposed policy is very important (Anderson, 2006; Bullock & Rodgers, 1976; Dietz, Ostrom, & Stern, 2003; Meier & Morgan, 1992). It is connected with two main issues: Firstly, the
level of information provided towards citizens for a proposed policy and the acceptance of this information (Groothuis & Miller, 1997). Higher levels of trust in institutions make citizens to be more willing to accept information deriving from these institutions concerning the need to change their habits.
Secondly, institutional trust influences the perceived level of effectiveness for a proposed policy (Jones, 2006). Consequently, in communities where institutions connected with environmental management are trusted there is a general belief that a proposed policy will be effective due to the perceptions for high efficiency of the management actors.
Finally, social networks may refer both to formal and informal
connections (Narayan & Cassidy, 2001). Formal networks mainly refer to organized collectivities such as sports clubs and environmental NGOs. Informal networks refer to non-organized collectivities such as family and friends. Social networks have two main roles connected with the level of social acceptability for proposed environmental policies: Firstly, they influence the flow of information. This flow may refer to information deriving from the state towards citizens, from citizens towards the state and
also between homogeneous groups such as citizens and state actors (Jones, 2006). Denser social networks assist in a quick flow of information for environmental issues in all parts of society. Thus, in communities with dense social networks it is expected that the reasons for applying a specific policy will be quickly transmitted to citizens and further disseminated between them. As a consequence, these networks reduce the probability of noncompliance
due to ignorance or misunderstanding (Anderson, 2006; Meier &
Morgan, 1992). However, the opposite flow is equal important, taking into consideration the need to increase the role of citizens on decision-making processes (Petts & Leach, 2000). During the planning of an environmental policy it is important that citizens’ opinions should be taken into consideration and the density of networks will determine how rapidly this information will reach the responsible state actors. A second role of social networks refers to the level of awareness and environmental activation (Jones, 2006). For example, citizens who are part of environmental NGOs
are expected to be more aware concerning means of recycling and also where they may report illegal environmental activities (Jones, 2010).
Translation - Greek ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ
Κοινωνικό Κεφάλαιο
Το κοινωνικό κεφάλαιο είναι μια από τις ιδέες που έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή στις κοινωνικές επιστήμες (Portes, 2000). Έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως σε πολλά πεδία της Κοινωνιολογίας καθώς και σε άλλες επιστήμες όπως η επιστήμη της Υγείας, της Εκπαίδευσης και του Περιβάλλοντος. Ο Pierre Bourdieu ήταν ένας από τους πρώτους θεωρητικούς ο οποίος εισήγαγε το κοινωνικό κεφάλαιο στις κοινωνιολογικές συζητήσεις, δίνοντας έμφαση στα οφέλη που προκύπτουν από τη συμμετοχή των ατόμων στα κοινωνικά δίκτυα (Bourdieu, 1986). Οι James, Coleman (1988, 1990) και Robert Putnam κατέστησαν την έννοια αυτή ευρέως γνωστή, η οποία και χρησιμοποιήθηκε στην ευρωπαϊκή και αμερικάνικη Κοινωνιολογία. Ο Coleman (1990) χρησιμοποίησε τον όρο κοινωνικό κεφάλαιο σε μικρή και μεγάλη κλίμακα. Αυτός τόνισε τα κοινωνικά δίκτυα τα οποία αναπτύχθηκαν ανάμεσα σε ‘διαφορετικές οντότητες’ και επικεντρώθηκε στη σύνδεση μεταξύ κοινωνικού κεφαλαίου και εκπαιδευτικού άθλου. Ο Putnam, Leonardi & Nanetti (1993) υπογράμμισαν την κοινωνική εμπιστοσύνη και τους κανόνες αμοιβαιότητας οι οποίοι συλλογική δράση. Στη μοντέρνα Λογοτεχνία, τα συνηθέστερα στοιχεία τα οποία ορίζονται ως συστατικά του κοινωνικού κεφαλαίου είναι: τα κοινωνικά δίκτυα, οι κοινωνική και θεσμική εμπιστοσύνη και κανόνες αμοιβαιότητας ( π.χ. Bowles & Gintis 2002, Coleman, 1990, Portes, 2000, Putman και άλλοι, 1993, Woolcock & Narayan 2000).
Η ευρεία διάδοση του όρου κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να αποδοθεί στην αναγνώριση των πολυάριθμων ωφελειών που έχει σε ατομικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο. Το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να συνεπάγεται καλύτερες εκπαιδευτικές επιτυχίες, βελτιωμένες συνθήκες υγείας, υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και μεγαλύτερη συχνότητα υπεύθυνης περιβαλλοντικής συμπεριφοράς (Coleman, 1999., Knack & Keefer, 1997., Pretty, 2003., Zhao, 2002). Παρά το γεγονός πως η πλειοψηφία των ερευνών επικεντρώνεται στις θετικές επιδράσεις του κοινωνικού κεφαλαίου, θα έπρεπε επίσης να αναφερθεί ότι το κοινωνικό κεφάλαιο μπορεί να έχει και αρνητικές συνέπειες, οι οποίες συχνά αναφέρονται ως ‘κακό’ κοινωνικό κεφάλαιο.(Pharr & Putnam, 2000., Portes & Landolt, 2000). Ενδεικτικό παράδειγμα είναι η ύπαρξη κλειστών κοινωνιών με πολύ δυνατούς δεσμούς, οι οποίοι έχουν ένα αρνητικό αποτέλεσμα στην ευρύτερη κοινωνία αλλά και πάνω στα μέλη της, εξαιτίας του κλειστού τους χαρακτήρα.
Κοινωνικό Κεφάλαιο και Κοινωνική Αποδοχή
Όσο αναφορά τη σύνδεση του κοινωνικού κεφαλαίου με τη διαχείριση των φυσικών πόρων, έχουν γίνει πολλές μελέτες μέσα στα περασμένα χρόνια οι οποίες αποκαλύπτουν ισχυρούς δεσμούς (Aronson, Cleweell, Blignaut, & Milton, 2006., Briceno & Stagl, 2006., Cramb, 2005., Dev, Yadav, Springate-Baginski, & Soussan, 2003., Flora, 1995., Noemdoe, Jonker, & Swatuk, 2006). Μερικές μελέτες αναλύουν την επιρροή που έχει το κοινωνικό κεφάλαιο πάνω στους διαφορετικούς τύπους διαχείρισης των φυσικών πόρων (Adger, 2003., Pretty, 2003., Pretty & Ward, 2001) ενώ άλλες δίνουν έμφαση στην επιρροή του πάνω στις συγκεκριμένες περιβαλλοντικές συμπεριφορές (π.χ. Briceno & Stagl, 2006., Miller & Buys, 2008., Torgler & Garcia-Valinas, 2007). Σε αυτό το κεφάλαιο αναλύουμε τη σύνδεση του κοινωνικού κεφαλαίου με το επίπεδο κοινωνικής αποδοχής των περιβαλλοντικών πολιτικών. Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι σημαντικό αν λάβει κανείς υπόψη τη σημασία της συμπεριφοράς και των αντιλήψεων των πολιτών κατά τη διάρκεια του σταδίου παραγωγής (Anderson, 2006., Howlett & Ramesh, 1990., Isham & Kahkonen, 1999., Gones και άλλοι, 2009., Meier &Morgan., 1992). Η εφαρμογή μιας περιβαλλοντικής πολιτικής έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να είναι επιτυχής αν υπάρχει μια περιβαλλοντική πολιτική που θα συνοδεύεται από λιγότερες κοινωνικές συγκρούσεις και υψηλότερα επίπεδα συμμόρφωσης (Jones, Gleridou, Dimitrakopoulos & Evangelinos, 2011). Για να εξηγήσουμε περαιτέρω αυτή την υπόθεση αναλύουμε την επιρροή του κοινωνικού κεφαλαίου πάνω στην κοινωνική αποδοχή, μελετώντας κάθε στοιχείο χωριστά.
Η κοινωνική εμπιστοσύνη είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του κοινωνικού κεφαλαίου και είναι ένας από τους πιο σύνηθες δείκτες (Bowles & Gintis, 2002., Coleman, 1990., Putnam και άλλοι, 1993). Αναφέρεται στο επίπεδο της κοινωνικής εμπιστοσύνης που έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στα άτομα, και χωρίζεται σε δυο κύριες μορφές: η εξειδικευμένη και γενικευμένη εμπιστοσύνη (Uslaner & Conley, 2003). Όσο αναφορά τη σύνδεση της κοινωνικήε εμπιστοσύνης με το επίπεδο της κοινωνικής αποδοχής, αυτό συνδέεται κυρίως με τη γενική αντίληψη που έχει αναπτυχθεί μέσα σε μια κοινωνία και που αφορά τις ενέργειες των συνανθρώπων. Στην περίπτωση που, ένα άτομο εμπιστεύεται τους ανθρώπους της δικής του κοινωνίας, τότε αυτός τείνει να θεωρεί ότι αυτοί θα ενεργήσουν με έναν υπεύθυνο και συλλογικό τρόπο (Pretty & Ward, 2001). Η εφαρμογή μιας περιβαλλοντικής πολιτικής απαιτεί τη συμμόρφωση των πολιτών σε νέες συνήθειες όπως είναι οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί ή η πληρωμή των φόρων. Επομένως, στις κοινωνίες όπου τα άτομα τείνουν να εμπιστεύονται τους συμπολίτες τους, αυτά επίσης περιμένουν πως και οι υπόλοιποι πολίτες θα είναι πρόθυμοι να συμμορφωθούν με τις προτεινόμενες αλλαγές (Jones, Evangelinos, Iosifides, Halvadakis & Sophoulis, 2010). Ως εκ τούτου, η εμφάνιση ανεξέλεγκτων συμπεριφορών είναι λιγότερο συχνή σε κοινωνίες όπου υπάρχει υψηλότερο επίπεδο εμπιστοσύνης (Coleman, 1990).
Μια παρόμοια επιρροή στη συμπεριφορά των πολιτών, είναι εξίσου αναμενόμενη από το επίπεδο συμμόρφωσης προς τους κοινωνικούς κανόνες (Pretty & Ward, 2001). Οι κοινωνικές νόρμες αναφέρονται κυρίως σε επίσημους και ανεπίσημους κανονισμούς που προωθούν το κοινό καλό (Putnam και άλλοι, 1993). Αυτοί οι κανονισμοί καθορίζουν τι είναι σωστό και λάθος μέσα σε μια κοινωνία (Anderson, 2006). Οι κοινωνικοί κανόνες μπορούν να αναφέρονται σε κοινωνικές συμπεριφορές, όπως είναι η μη δωροδόκηση των δημοσίων υπαλλήλων, και σε συμπεριφορές που συνδέονται με περιβαλλοντικά θέματα, όπως είναι τα σκουπίδια.
Στις κοινωνίες στις οποίες υπάρχει μια μεγάλη ροπή συμμόρφωσης με τους κοινωνικούς κανόνες, είναι αναμενόμενο ότι οι πολίτες θα είναι περισσότερο πρόθυμοι να συμμορφωθούν με τις αλλαγές που έχουν σχεδιαστεί από τις περιβαλλοντικές πολιτικές. Αυτό οφείλεται κυρίως στην πίστη ότι αυτές οι νέες αλλαγές αναφέρονται σε καινούριους κοινωνικούς κανονισμούς, οι οποίοι προστατεύουν τη συλλογική πίστη και ως εκ τούτου η πλειοψηφία των ανθρώπων στην κοινωνία θα τους ακολουθήσει.
Όσο αναφορά την εμπιστοσύνη σε ιδρύματα αυτή αναφέρεται στο επίπεδο της εμπιστοσύνης που ένα άτομο ή μια κοινωνία έχει απέναντι σε συγκεκριμένα πρόσωπα και ιδρύματα (Narayan & Cassidy, 2001., Newton & Norris, 2000). Στο πλαίσιο των περιβαλλοντικών πολιτικών αυτές ίσως αναφέρονται σε ιδρύματα τα οποία εμπλέκονται σε δραστηριότητες διαχείρισης του περιβάλλοντος, όπως είναι τα Υπουργεία Περιβάλλοντος, η Εθνική Κυβέρνηση, οι Τοπικές Αρχές και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ωστόσο, σημαντικό ρόλο μπορούν να έχουν και μη κρατικά ιδρύματα, όπως είναι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις. Η επιρροή της εμπιστοσύνης σε θεσμούς στο επίπεδο της κοινωνικής αποδοχής μιας προτεινόμενης πολιτικής, είναι πολύ σημαντική (Anderson, 2006., Bullock & Rodgers, 1976., Dietz, Ostrom & Stern, 2003., Meier & Morgan, 1992). Αυτή συνδέεται με δυο σημαντικά ζητήματα: Αρχικά, το επίπεδο των πληροφοριών που παρέχονται στους πολίτες για μια προτεινόμενη πολιτική και η αποδοχή αυτής της πληροφορίας (Groothuis & Miller, 1997). Τα υψηλότερα επίπεδα εμπιστοσύνης σε θεσμούς, κάνουν τους πολίτες περισσότερο πρόθυμους να δεχτούν τις πληροφορίες που φτάνουν από αυτά τα ιδρύματα, όσον αφορά την ανάγκη να αλλάξουν τις συνήθειές τους. Δεύτερον, η εμπιστοσύνη σε ιδρύματα επηρεάζει τα αντιληπτά επίπεδα αποδοτικότητας μιας προτεινόμενης πολιτικής (Jones, 2006). Κατά συνέπεια, στις κοινωνίες όπου υπάρχει εμπιστοσύνη απέναντι στους θεσμούς που συνδέονται με τη διαχείριση του περιβάλλοντος, υπάρχει μια γενική πίστη ότι η προτεινόμενη πολιτική θα είναι αποδοτική, εξαιτίας των πεποιθήσεων για υψηλή απόδοση των παραγόντων διαχείρισης.
Τελικά, τα κοινωνικά δίκτυα ίσως αναφέρονται και στους επίσημους και στους ανεπίσημους δεσμούς (Narayan & Cassidy, 2001). Τα επίσημα δίκτυα αναφέρονται κυρίως σε οργανωμένες ομάδες, όπως είναι οι αθλητικές λέσχες και οι Μη Κερδοσκοπικές περιβαλλοντικές οργανώσεις. Τα ανεπίσημα δίκτυα αναφέρονται σε μη οργανωμένες ομάδες, όπως είναι η οικογένεια και οι φίλοι. Τα κοινωνικά δίκτυα έχουν δυο κεντρικούς ρόλους, που να συνδέονται με το επίπεδο κοινωνικής αποδοχής των προτεινόμενων περιβαλλοντικών πολιτικών: Αρχικά, αυτά επηρεάζουν τη ροή των πληροφοριών. Αυτή η ροή αναφέρεται σε πληροφορίες που φτάνουν στους πολίτες από το κράτος, από τους πολίτες προς το κράτος και επίσης ανάμεσα σε ομοιογενή ομάδες όπως είναι οι πολίτες και οι κρατικοί φορείς (Jones, 2006). Πυκνότερα κοινωνικά δίκτυα βοηθούν στη γρήγορη ροή των πληροφοριών για περιβαλλοντικά θέματα, σε όλα τα μέλη της κοινωνίας. Επομένως, στις κοινωνίες που έχουν πυκνά κοινωνικά δίκτυα είναι αναμενόμενο πως οι λόγοι εφαρμογής μιας συγκεκριμένης πολιτικής θα διαβιβάζονται στους πολίτες γρήγορα και θα διαδίδονται περαιτέρω ανάμεσά τους. Σαν συνέπεια, αυτά τα δίκτυα μειώνουν την πιθανότητα μη συμμόρφωσης, η οποία οφείλεται στην άγνοια και την παρανόηση (Anderson, 2006., Meier & Morgan, 1992). Παρόλα αυτά, η αντίθετη ροή είναι εξίσου σημαντική, αν λάβει κανείς υπόψη την ανάγκη να ενισχυθεί ο ρόλος των πολιτών στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων (Petts & Leach,2000). Είναι σημαντικό, να λαμβάνονται υπόψη οι απόψεις των πολιτών στη διάρκεια του σχεδιασμού μιας περιβαλλοντικής πολιτικής και στη συνέχεια η πυκνότητα των δικτύων θα καθορίσει την ταχύτητα με την οποία αυτή η πληροφορία θα φτάσει στους αρμόδιους κρατικούς φορείς. Ένας δεύτερος ρόλος των κοινωνικών δικτύων, αναφέρεται στο επίπεδο επίγνωσης και περιβαλλοντικής δραστηριοποίησης (Jones, 2006). Για παράδειγμα, είναι αναμενόμενο πως οι πολίτες οι οποίοι είναι μέλη σε περιβαλλοντικούς μη κυβερνητικούς οργανισμούς θα είναι περισσότερο συνειδητοποιημένοι σχετικά με τα μέσα ανακύκλωσης και σχετικά με το πού θα αναφέρουν παράνομες περιβαλλοντικές δραστηριότητες (Jones, 2010).
English to Greek: Snapper-z-vac-7600004-users-manual General field: Tech/Engineering Detailed field: Other
Source text - English IMPORTANT! READ CAREFULLY THE FOLLOWING SAFETY RULES BEFORE ASSEMBLING OR OPERATING UNIT.
TRAINING
-- Read, understand, and follow all instructions in the man- ual and on the unit before starting. If the operator(s) or mechanic(s) can not read English it is the owner's responsi- bility to explain this material to them.
-- Become familiar with the safe operation of the equipment, operator controls, and safety signs.
-- All operators and mechanics should be trained. The owner is responsible for training the users.
-- Only allow responsible adults, who are familiar with the instructions, to operate the unit.
-- Never let children or untrained people operate or service the equipment. Local regulations may restrict the age of the operator.
-- The owner/user can prevent and is responsible for acci- dents or injuries occurring to themselves, other people or property.
PREPARATION
-- Evaluate the terrain to determine what accessories and attachments are needed to properly and safely perform the job. Use only accessories and attachments approved by the manufacturer.
-- Wear appropriate clothing including safety shoes, safety glasses and ear protection. Long hair, loose clothing or jew- elry may get tangled in moving parts.
-- Inspect the area where the equipment is to be used and remove all objects such as rocks, toys and wire, which can be thrown by the machine.
-- Use extra care when handling gasoline and other fuels. They are flammable and vapors are explosive.
a) Use only an approved container.
b) Never remove fuel cap or add fuel with the engine run- ning. Allow engine to cool before refueling. Do not smoke.
c) Never refuel or drain the machine indoors.
-- Check that operator's presence controls, safety switches and shields are attached and functioning properly. Do not operate unless they are functioning properly.
OPERATION
-- Never run an engine in an enclosed area.
-- Operate only in the daylight or with good artificial light, keeping away from holes and hidden hazards.
-- Be sure of your footing while using pedestrian controlled equipment, especially when backing up. Walk, don't run.
-- Do not operate in reverse unless absolutely necessary. Always look down and behind before and while traveling in reverse.
-- Be aware of the blower discharge direction and do not point it at anyone. Do not operate the blower without hose and bagger hood in place.
-- Never leave a running unit unattended. Always stop engine before leaving unit.
-- Never operate with guards not securely in place. Be sure all safety features are attached, adjusted properly and func- tioning properly.
-- Never operate with the hose or cover removed or altered.
-- Do not change the engine governor setting or over speed the engine.
-- Stop on level ground, shut off engine before leaving the operator's position for any reason.
-- Stop equipment and inspect impeller blades after striking objects or abnormal vibration occurs. Make necessary repairs before resuming operations.
-- Keep hands and feet away intake and discharge areas.
-- Keep pets and bystanders away.
-- Do not operate the unit while under the influence of alco- hol or drugs.
-- Use caution when crossing roads and sidewalks. Stop engine if not blowing.
-- Use care when loading or unloading the machine into a trailer or truck.
-- Use care when approaching blind corners, shrubs, trees or other objects that may obscure vision.
SLOPE OPERATION
Slopes are a major factor related to loss-of-control and tip- over accidents, which can result in severe injury or death. All slopes require extra caution. If you cannot back up the slope, or if you feel uneasy on it, do not drive on it.
Do
-- Mow up and down slopes, never across face.
-- Remove obstacles such as rocks, tree limbs, etc.
-- Watch for holes, ruts, or bumps. Uneven terrain could overturn the unit. Tall grass can hide obstacles.
-- Keep all movement on the slopes slow and gradual. Do not make sudden changes in speed or direction.
Do Not
-- Do not start or stop on a slope. If tires lose traction, pro- ceed slowly straight down the slope.
-- Do not turn on slopes unless necessary, and then, turn slowly and gradually downhill, if possible.
-- Do not use near drop-offs, ditches, or embankments. The operator could lose footing or balance or blower could sud- denly turn over if a wheel is over the edge of a cliff or ditch, or if an edge caves in.
-- Do not operate on slopes with wet grass. Reduced foot- ing or traction could cause sliding.
-- Do not operate machine on slopes in excess of 10 degrees (18% grade) when equipped with a grass catcher.
-- Do not operate machine without weight kit installed when equipped with a grass catcher.
Translation - Greek ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ! ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΑ ΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ
ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΠΡΟΤΟΥ ΣΥΝΑΡΜΟΛΟΓΗΣΕΤΕ Ή ΘΕΣΕΤΕ ΣΕ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΪΟΝ.
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
-- Διαβάστε, κατανοείστε, και ακολουθείστε όλες τις οδηγίες στο εγχειρίδιο, όπως και στην ενότητα πριν τη συναρμολόγηση. Εάν ο χειριστής ή ο μηχανικός δεν γνωρίζουν την Αγγλική γλώσσα, είναι ευθύνη του ιδιοκτήτη να προβεί στην εξήγηση του υλικού.
-- Εξοικειωθείτε με την ασφαλή λειτουργία του εξοπλισμού, τον έλεγχο των λειτουργιών, και τις σημάνσεις ασφαλείας.
-- Όλοι οι χειριστές και οι μηχανικοί θα πρέπει να εκπαιδευτούν. Ο ιδιοκτήτης είναι υπεύθυνος για την εκπαίδευση των χειριστών.
-- Επιτρέψτε μόνο σε υπεύθυνους ενήλικες, οι οποίοι είναι εξοικειωμένοι με τις οδηγίες, να λειτουργήσουν το προϊόν.
-- Ποτέ μην επιτρέπετε σε παιδιά ή μη εξειδικευμένους ανθρώπους να λειτουργήσουν ή να αναλάβουν τη συντήρηση του εξοπλισμού. Οι κανονισμοί του εγχειριδίου μπορεί να θέτουν όριο στην ηλικία του χειριστή.
-- Ο ιδιοκτήτης/χρήστης οφείλει να εμποδίσει και είναι υπεύθυνος για ατυχήματα ή τραυματισμούς που συμβαίνουν στους ίδιους, σε άλλους ανθρώπους ή σε ιδιοκτησίες.
ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
-- Αξιολογείστε τον τύπο του εδάφους για να αποφανθείτε τι είδους αξεσουάρ και εξαρτήματα χρειάζονται ώστε να διεκπεραιώσετε κατάλληλα και με ασφάλεια την εργασία. Χρησιμοποιείστε αξεσουάρ και εξαρτήματα αυστηρά εγκεκριμένα από τον κατασκευαστή.
--Φορέστε τον κατάλληλο ρουχισμό, συμπεριλαμβανομένου υποδήματα ασφαλείας, προστατευτικά γυαλιά και ωτοασπίδες. Μακριά μαλλιά, φαρδιά ρούχα ή κοσμήματα μπορούν να μπλεχτούν σε κινούμενα τμήματα.
-- Ελέγξτε την περιοχή στην οποία πρόκειται να θέσετε σε λειτουργία τον εξοπλισμό και απομακρύνετε αντικείμενα, όπως πέτρες, παιχνίδια και σύρματα, τα οποία μπορούν να εκτιναχθούν από τη μηχανή.
-- Ενεργήστε ιδιαίτερα προσεκτικά όταν διαχειρίζεστε τη βενζίνη καθώς και άλλα καύσιμα. Είναι εύφλεκτα ενώ τα καυσαέρια μπορούν να προκαλέσουν έκρηξη.
• Χρησιμοποιείτε πάντα εγκεκριμένο δοχείο.
• Ποτέ μην απομακρύνετε την τάπα καυσίμου ή προσθέτετε καύσιμο με τον κινητήρα σε λειτουργία. Αφήστε τον κινητήρα να κρυώσει πριν τον ανεφοδιάσετε με καύσιμα. Μην καπνίζετε.
• Ποτέ μην ανεφοδιάζετε ή αποστραγγίζετε τη μηχανή σε
εσωτερικό χώρο.
-- Ελέγξτε ότι η χειροκίνητη λειτουργία, τα συστήματα ασφαλείας κινήσεως και οι προστατευτικές ασπίδες είναι συνδεδεμένα και λειτουργούν κατάλληλα. Μην ενεργοποιείτε το προϊόν, παραμόνο εάν βεβαιωθείτε ότι λειτουργεί κατάλληλα.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
-- Ποτέ μην ενεργοποιείτε τον κινητήρα σε κλειστό χώρο.
-- Θέστε το προϊόν σε λειτουργία μόνο υπό το φως της ημέρας ή υπό καλό τεχνητό φως, κρατώντας το μακριά από τρύπες και άλλες κρυμμένες απειλές.
-- Προσέξτε τα πέλματά σας καθώς χειρίζεστε πεζοί τον εξοπλισμό, ιδιαίτερα όταν κάνετε βήματα προς τα πίσω. Περπατήστε, μην τρέχετε.
-- Μη λειτουργείτε το προϊόν με την όπισθεν εκτός εάν είναι απολύτως απαραίτητο. Κοιτάτε πάντοτε κάτω και ανάμεσα, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια της ανάστροφης κίνησης.
-- Προσέξτε την κατεύθυνση εκφόρτισης του εξαερωτήρα ώστε να μη στοχεύσετε κάποιον. Μη λειτουργείτε τον εξαερωτήρα χωρίς το εξάρτημα στερέωσης και ο δίσκος κίνησης να είναι στη θέση τους.
-- Ποτέ μην αφήνετε ένα προϊόν σε λειτουργία χωρίς επιτήρηση. Πάντοτε να σβήνετε τον κινητήρα πριν εγκαταλείψετε το προϊόν.
-- Ποτέ μη λειτουργείτε το προϊόν όταν το ασφαλιστικό περικόχλιο δεν είναι σωστά τοποθετημένο. Βεβαιωθείτε ότι όλα τα εξαρτήματα ασφαλείας είναι συνδεδεμένα, κατάλληλα προσαρμοσμένα και λειτουργούν κατάλληλα.
-- Ποτέ μη λειτουργείτε το προϊόν με τη χλοοκοπτική κεφαλή καλυμμένη ή αλλοιωμένη.
-- Μην τροποποιήσετε τις εργοστασιακές ρυθμίσεις του κινητήρα ή μην αυξήσετε υπερβολικά την ταχύτητα του κινητήρα.
-- Απενεργοποιείσετε τον κινητήρα όντας σε επαφή με το έδαφος, πριν εγκαταλείψετε τη τοποθεσία της μηχανής για οποιονδήποτε λόγο.
-- Απενεργοποιείστε τον εξοπλισμό και ελέγξτε τις περιστρεφόμενες λεπίδες μετά τη πρόσκρουση σε αντικείμενα ή όταν παρατηρηθεί ασυνήθιστος κραδασμός. Προβείτε στις απαραίτητες επισκευές πριν τη συνέχεια των εργασιών.
-- Απομακρύνετε χέρια και πόδια από τις εστίες κοπής και εκφόρτισης.
-- Απομακρύνετε κατοικίδια και άλλα άτομα.
-- Μη θέτετε σε λειτουργία το προϊόν όταν βρίσκεστε υπό την επήρεια αλκοόλ ή φαρμάκων.
-- Να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί όταν διασχίζετε δρόμους και πεζοδρόμια. Απενεργοποιείστε τον κινητήρα εάν η είσοδος του αέρα στη μονάδα εκκίνησης έχει φραχθεί.
-- Να είστε προσεκτικοί κατά τη φόρτωση και εκφόρτωση της μηχανής σε κάποιο τρέιλερ ή φορτηγό.
-- Να είστε προσεκτικοί όταν πλησιάζετε τυφλά σημεία, θάμνους, δέντρα ή άλλα αντικείμενα τα οποία μπορεί να μειώσουν την όραση.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΕ ΕΠΙΦΑΝΕΙΕΣ ΜΕ ΚΛΙΣΗ
Οι κλίσεις του εδάφους είναι ένας κύριος παράγοντας που προκαλεί ατυχήματα που σχετίζονται με απώλεια ελέγχου και ανάποδης πτώσης, τα οποία μπορούν να επιφέρουν σοβαρό τραυματισμό ή και θάνατο. Όλα τα είδη των κλίσεων απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή. Εάν δε μπορείτε να αποφύγετε την κλίση, ή αισθάνεστε ανασφάλεια ως προς αυτή, μην περάσετε από εκείνο το σημείο.
Τι να κάνετε
-- Ποτέ μην κόβετε το χορτάρι κατά μήκος των κλίσεων.
-- Απομακρύνετε εμπόδια, όπως πέτρες, κλαδιά δέντρων, κλπ.
-- Προσέξτε τις τρύπες, ή τα εξογκώματα. Το ανομοιόμορφο έδαφος μπορεί να αναποδογυρίσει το προϊόν. Το ψηλό χορτάρι μπορεί να κρύβει εμπόδια.
-- Κρατήστε αργές και σταθερές τις κινήσεις σας βρισκόμενοι σε έδαφος με κλίση. Μην προβαίνετε σε απότομες αλλαγές της ταχύτητας ή της κατεύθυνσης.
Τι να μην κάνετε
-- Μη ξεκινάτε ή σταματάτε πάνω σε έδαφος με κλίση. Εάν οι ρόδες χάσουν τη βαρύτητά τους, προχωρήστε αργά κατά μήκος της κλίσης.
-- Μην επιμένετε σε έδαφος με κλίση, εκτός και αν είναι απαραίτητο, και έπειτα, εγκαταλείψτε το σημείο αργά και σταθερά, εάν αυτό είναι δυνατόν.
-- Αποφύγετε το έδαφος με μικρή κλίση, τις τάφρους, ή τα αναχώματα. Το μηχάνημα θα μπορούσε να χάσει το ρυθμό ή την ισορροπία του ή ο εξαερωτήρας θα μπορούσε ξαφνικά να αναποδογυρίσει εάν μια ρόδα βρίσκεται στα όρια μιας παρυφής ή σε μια τάφρο, ή όταν μια παρυφή είναι έτοιμη να καταρρεύσει.
-- Μη θέτετε το προϊόν σε λειτουργία σε κλίσεις με υγρό χορτάρι. Μειωμένη ταχύτητα ή βαρύτητα μπορεί να προκαλέσει ολίσθηση.
-- Μη χρησιμοποιείτε το προϊόν σε κλήσεις που υπερβαίνουν τις 10 μοίρες (18%) όταν είναι εξοπλισμένο με τη χλοοκοπτική μηχανή.
-- Μη θέτετε σε λειτουργία το προϊόν χωρίς τα βαρίδια όταν είναι εξοπλισμένο με τη χλοοκοπτική μηχανή.
English to Greek: PATIENT INFORMATION LEAFLET General field: Medical Detailed field: Medical: Health Care
Source text - English PATIENT INFORMATION LEAFLET
What is chronic kidney disease?
Kidneys take waste out of the blood so that it leaves the body in urine. Chronic kidney disease means that for some reason this is not working as well as expected.
How do you know about chronic kidney disease?
Most people with kidney disease have no symptoms. It is usually diagnosed after blood or urine tests. A new blood test now makes it much easier to recognise a problem with the kidneys.
How common is chronic kidney disease?
About five per cent of the population have kidneys which show signs of damage. Most of these people have mild kidney damage.
What causes chronic kidney disease?
For many people the cause is not known but it is more common in people who have diabetes, high blood pressure or heart problems. It can also be caused by inflammation or swelling in the kidneys or a past history of urine infections.
Will it get worse?
Kidney damage is usually permanent but most people with kidney disease will find it gets worse very slowly. A small number of people will get much worse and need dialysis or a transplant.
Why does it matter?
People with kidney disease are more likely to have heart attacks and strokes so it is important to do things that help prevent this. This includes lowering blood pressure, lowering cholesterol, taking aspirin and not smoking. It is also important to avoid certain drugs that can damage the kidneys and you should always tell your pharmacist about your kidney problem if you are buying medication over the counter.
Will I need to go to hospital?
Most people can be looked after by their GP with regular blood tests, blood pressure checks and a review of any symptoms. A small number of people such as those whose kidney function is getting worse will need out patient hospital assessment.
Translation - Greek Ενημερωτικό φυλλάδιο ασθενών
Τι είναι η χρόνια νεφρική πάθηση?
Οι νεφροί απομακρύνουν τις άχρηστες ουσίες από το αίμα προκειμένου αυτές να φύγουν από το σώμα με τα ούρα. Η χρόνια νεφρική πάθηση σημαίνει ότι για κάποιο λόγο οι νεφροί δε λειτουργούν με τον τρόπο που θα έπρεπε.
Πώς αναγνωρίζεις τη χρόνια νεφρική πάθηση;
Οι περισσότεροι άνθρωποι με νεφρική πάθηση δεν έχουν συμπτώματα. Συνήθως η διάγνωσή της γίνεται μετά από αιματολογικές ή ουρολογικές εξετάσεις. Μια νέα αιματολογική εξέταση καθιστά τώρα πιο εύκολη την διάγνωση ενός προβλήματος στους νεφρούς.
Πόσο συχνή είναι η χρόνια νεφρική πάθηση;
Περίπου το πέντε τις εκατό του πληθυσμού διαθέτουν νεφρούς, οι οποίοι εμφανίζουν σημάδια βλάβης. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους πάσχουν από ήπια νεφρική βλάβη.
Τι προκαλεί τη χρόνια νεφρική πάθηση;
Για πολλούς ανθρώπους η αιτία είναι άγνωστη αλλά εμφανίζεται πιο συχνά σε ανθρώπους που πάσχουν από διαβήτη, υψηλή αρτηριακή πίεση ή από καρδιολογικά προβλήματα. Μπορεί επίσης να προκληθεί από φλεγμονή ή πρήξιμο στους νεφρούς ή λόγω ιστορικού ουρολοιμώξεων.
Μπορεί να επιδεινωθεί;
Η νεφρική βλάβη είναι συνήθως μόνιμη αλλά οι περισσότεροι άνθρωποι θα ανακαλύψουν ότι επιδεινώνεται σταδιακά. Ένας μικρός αριθμός ανθρώπων θα παρουσιάσει οξεία επιδείνωση, η οποία απαιτεί είτε διάλυση είτε μόσχευμα.
Γιατί είναι σημαντικό;
Οι άνθρωποι με νεφρική πάθηση είναι πολύ πιθανό να υποστούν καρδιακή ανακοπή και εγκεφαλικά γι’ αυτό είναι σημαντικό να κάνουμε πράγματα που μας βοηθούν να το εμποδίσουμε. Αυτά περιλαμβάνουν τη μείωση της αρτηριακής πίεσης, τη μείωση της χοληστερίνης, της λήψης ασπιρίνης και τη διακοπή του καπνίσματος. Είναι επίσης σημαντικό να αποφεύγετε συγκεκριμένα φάρμακα τα οποία μπορούν να βλάψουν τους νεφρούς. Για το λόγο αυτό, πρέπει να ενημερώνετε τον φαρμακοποιό σας σχετικά με το νεφρικό πρόβλημα όταν αγοράζεται φάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή.
Πρέπει να πάω στο νοσοκομείο;
Οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν να παρακολουθούνται από τον παθολόγο τους με συχνές αιματολογικές εξετάσεις, έλεγχο της αρτηριακή πίεσης και έλεγχο συμπτωμάτων. Ένας μικρός αριθμός ανθρώπων, των οποίων η λειτουργία των νεφρών επιδεινώνεται θα χρειαστούν νοσοκομειακή γνωμοδότηση.
English to Greek: City guide of Barcelona General field: Other Detailed field: Tourism & Travel
Source text - English Charting Your Trip
With over 2,000 years of history and a glittering present, Barcelona is
an intense urban ride that has long appealed to travelers. At the heart of this compact, maritime city is Ciutat Vella, the Old Town; its narrow lanes and squares are peppered with fine monuments and grand houses, many dating from the Middle Ages yet built on Roman remains.
Expansion of the city beyond its medieval walls in the 19th century led to a building boom at a time of great industrial and creative activity giving rise to the Eixample district, virtually an open-air museum of modernista (the Catalan art nouveau architecture led by the genius Gaudí and his contemporaries). This eixample (extension) linked the Old Town to outlying villages, such as Gràcia and Sarrià, pleasant enclaves well worth exploring today.
How to Visit: If You Have One Week
Most visitors arrive with a mission to see two of the city’s most famous landmarks, Gaudí’s unfinished La Sagrada Família church and the world-famous boulevard La Rambla. The latter is a good starting point for Day 1.
Head to Plaça de Catalunya, and, after a coffee in Café Zurich, go with the flow down the three-quarter-mile
(1.2 km) La Rambla, which ends by the port. Enjoy distractions like La Boqueria market, flower stalls, and the opera house. Drop into
handsome Plaça Reial for a terrace lunch,
or Palau Güell, an early but extraordinary
Gaudí town house. When you
reach the port, take the elevator to
the top of the Columbus statue for a
panoramic view of the city or sit back
in a Golondrina pleasure boat to take
in the skyline from the sea.
On Day 2 immerse yourself in history
in the Barri Gòtic, off La Rambla, exploring
its labyrinth of medieval streets and peaceful
squares like Plaça del Pi, popping into the
cathedral and its geese-filled cloisters. Trace the
remains of the walls of the Roman city and get a
slice of Roman life from the ruins within the Museu
d’Història (MUHBA) in timeless Plaça del Rei.
Translation - Greek Σχεδιάζοντας Το Ταξίδι Σας
Με ιστορία άνω των 2.000 ετών και ένα λαμπρό παρόν, η Βαρκελώνη είναι ένας από τους κορυφαίους και πιο ελκυστικούς ταξιδιωτικούς προορισμούς. Στη καρδιά αυτής της πυκνοκατοικημένης πόλης, βρίσκεται η παραθαλάσσια συνοικία της Σιουτάτ Βέγια (Ciutat Vella) ή αλλιώς η Παλιά Πόλη, τα σοκάκια και οι πλατείες της οποίας είναι διακοσμημένα με όμορφα μνημεία και επιβλητικά κτήρια, πολλά από τα οποία χρονολογούνται από τον Μεσαίωνα ή είναι χτισμένα πάνω σε κατάλοιπα των Ρωμαϊκών χρόνων.
Η επέκταση της πόλης πέρα από τα μεσαιωνικά τείχη τον 19ο αιώνα οδήγησε σε ραγδαία άνοδο της οικοδομικής δραστηριότητας την περίοδο μιας μεγάλης βιομηχανικής και καλλιτεχνικής άνθησης και είχε ως αποτέλεσμα το σχηματισμό της συνοικίας Εϊζάμπλε (Eixample), ένα πραγματικό ανοιχτό μουσείο μοντερνισμού (εμπνευσμένο από το αρχιτεκτονικό ρεύμα του Καταλανικού Μοντερνισμού με επικεφαλή τον Αντόνι Γκαουντί και άλλους αρχιτέκτονες της εποχής). Η εν λόγω επέκταση ένωσε την Παλιά Πόλη με απομονωμένα χωριά όπως τις ανεξάρτητες και συνάμα ευχάριστες κοινότητες Γράσια (Gràcia) και Σαριά (Sarrià), τις οποίες σίγουρα αξίζει να επισκεφθείτε.
Πως να οργανώσετε την επίσκεψή σας: Εάν έχετε μία εβδομάδα στη διάθεσή σας
Οι περισσότεροι επισκέπτες καταφθάνουν στη Βαρκελώνη με μια αποστολή, η οποία δεν είναι άλλη από το να δουν δύο από τα πιο δημοφιλή ορόσημα της πόλης, την ημιτελή εκκλησία Σαγράδα Φαμίλια (La Sagrada Familia) του Γκαουντί καθώς και τον παγκοσμίου φήμης πεζόδρομο Λα Ράμπλα (La Rambla). Το δεύτερο αποτελεί μια καλή επιλογή για να αρχίσει η πρώτη ημέρα.
Κατευθυνθείτε προς την Πλάζα ντι Καταλούνια (Plaça de Catalunya) και αφού απολαύσετε τον καφέ σας στο καφέ Zurich, αναμειχθείτε με το πλήθος του κόσμου κατά μήκος του πεζόδρομου (1.2 χλμ.) Λα Ράμπλα, ο οποίος καταλήγει στο λιμάνι. Απολαύστε αξιοθέατα όπως την αγορά Λα Μποκερία (La Bokeria), τους υπαίθριους πάγκους γεμάτους λουλούδια και την όπερα/το Γκραν Τεάτρο ντελ Λίθεο (Gran Teatrο del Liceu). Πηγαίνετε στην εντυπωσιακή Πλάζα Ρεϊάλ (Plaça Reial) για ένα γεύμα με θέα από ψηλά, είτε στο Παλάου Γουέλ (Palau Güell), ένα μικρό μα ασυνήθιστα εντυπωσιακό σπίτι στο οποίο διέμενε κάποια στιγμή στη ζωή του ο Γκαουντί. Όταν φθάσετε στο λιμάνι, χρησιμοποιείστε τον ανελκυστήρα για να ανεβείτε στην κορυφή του μνημείου του Χριστόφορου Κολόμβου για μια πανοραμική θέα της πόλης, εναλλακτικά καθίστε αναπαυτικά σε μια βάρκα κάνοντας μια κρουαζιέρα κατά μήκος της ακτογραμμής και αρπάξτε την ευκαιρία να παρατηρήσετε το περίγραμμα των κτηρίων στον ορίζοντα.
Τη δεύτερη ημέρα, προκειμένου να γνωρίσετε την ιστορία της πόλης, περιπλανηθείτε στη Μπάρι Γότικ (Barri Gòtic) ή αλλιώς Γοτθική Συνοικία, παραπλεύρως του πεζόδρομου Λα Ράμπλα, και εξερευνήστε τους λαβύρινθους των μεσαιωνικών δρόμων και των ήσυχων πλατειών, όπως την Πλάζα ντελ Πι (Plaça del Pi),τον καθεδρικό ναό αλλά και το μοναστήρι δίπλα σε αυτόν, το οποίο κατοικείται πάντοτε από δεκατρείς χήνες. Επισκεφθείτε τα απομεινάρια από τα τείχη της Ρωμαϊκής πόλης και πάρτε μια γεύση από τη Ρωμαϊκή ζωή μέσα από τα ερείπιά της, τα οποία εκτίθενται μέσα στο Μουζέου ντ’ Ιστόρια (Museu d’Història/MUHBA) στη διαχρονική Πλάζα ντελ Ρέι (Plaça del Rei).
More
Less
Translation education
Master's degree - University of Roehampton
Experience
Years of experience: 6. Registered at ProZ.com: Dec 2019.